Κυριακή 22 Αυγούστου 2010

Ἀπό τά "δάνεια τῆς Ἀγγλίας" καί τήν "Ἐπανάσταση" τοῦ 1843 ἕως τά σημερινά δάνεια ( καί τά "spreads") καί ἴσως κάποια "νέα Ἐπανάσταση";

Τό ἄρθρο τοῦ Χρήστου Μόρφου, πού ἀκολουθεῖ , δημοσιεύθηκε στό περιοδικό ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ ( τεῦχος 179, Ἀπρίλιος 2010). Μέρος του βρίσκεται στίς διευθύνσεις http://theamapati.wordpress.com/2010/03/26/nikolettos/ , http://theamapati.wordpress.com/2010/03/24/1824/ καί http://theamapati.wordpress.com/2010/04/25/didagmata/
ἐνῷ στήν διεύθυνση ΘΕΑΜΑΠΑΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΜΑΤΑ, ( εἶναι στό πλάϊ δεξιά τοῦ ιστολογίου), ὑπάρχει ὅλο τό ἀρχεῖο τῶν ἄρθρων του.


« Τὸ ἔθνος πρέπει νὰ θεωρεῖ ἐθνικόν ὅτι εἶναι ἀληθές». Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ οἱ Ἐλεύθεροι Πολιορκισμένοι ἔγιναν, μετὰ θάνατον, Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι…
Ὁ Σολωμὸς σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Τερτσέτη ἔγραφε: « καὶ γιὰ τὸ σήμερα τί νὰ εἰπῶ; Ἡ διαφθορὰ εἶναι τόσο γενικὴ καὶ ἔχει τόσο βαθιὲς ρίζες ποὺ σὲ κάνει νὰ σαστίζεις… Μόνο ὅταν οἱ ἀφορμὲς τῆς διαφθορᾶς ἐξολοθρευθοῦν πέρα ὡς πέρα θὰ μπορέσουμε νὰ ἔχουμε μία ἠθικὴ ἀναγέννηση. Τότε τὸ μέλλον μας θὰ εἶναι μεγάλο… ὅταν θριαμβεύσει ἡ δικαιοσύνη…».


« “Πῶς πάει τὸ ἔθνος; Πῶς πᾶνε οἱ δουλειές;”. Κι’ ἄφησε τὸ κουπί του καὶ μὲ τὸ χέρι ἐσυχνόκοβε τὸν ἀέρα orizzoltamente. “Είδες νὰ μαδᾶνε τὴν κότα καὶ ὁ ἀέρας νὰ συνεπαίρνει τὰ πούπουλα; Ἔτσι πάει τὸ ἔθνος.” » Διονύσιος Σολωμὸς [1].

Ὁ Διονύσιος Σολωμὸς δὲν ἐπισκέφθηκε ποτὲ τὴν ἐλεύθερη Ἑλλάδα. Διότι, ἴσως, ὅπου καὶ νὰ πήγαινε θὰ τὸν πλήγωνε. Ἑκατὸ χρόνια μετὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1843, ὁ Γιῶργος Σεφέρης, μακριὰ ἀπὸ τὴν σκλαβωμένη καὶ ἀντιστεκόμενη Ἑλλάδα τοῦ 1943, θὰ ἀναδείξει ὡς ἐμβληματικὴ μορφὴ τῆς σύγχρονης Ἑλλάδας τὸν Στρατηγὸ Μακρυγιάννη. Σαράντα σχεδὸν χρόνια μετὰ τὴν ἔκδοση τῶν Ἀπομνημονευμάτων. Καὶ κοντὰ σαράντα χρόνια ἀργότερα, ὁ Νῖκος Ἐγγονόπουλος θὰ πεῖ πῶς «οἱ ἐκπρόσωποι τῆς δικῆς μας λεγόμενης γενιᾶς τοῦ 30 […] δὲν εἶχαν τὰ κότσια νὰ ἐμπνευσθοῦν ἀπὸ τοὺς παλιοὺς γεροὺς ἀλλ’ ἀπὸ τοὺς παρακμίες»
[2]. Καὶ τριάντα χρόνια ἀργότερα, ἡ Ἑλλάδα βιώνει τὴν χειρότερη «οἰκονομικὴ κρίση» τῆς ἱστορίας της. Τὴν ἴδια ἀκριβῶς – ἀκριβῶς ἴδια! – κρίση, εἶχε βιώσει καὶ τὸ 1843! Κύκλοι, μέσα σὲ κύκλους, μέσα σὲ ἄλλους κύκλους. Ἔτσι πάει τὸ ἔθνος! 


Τὸ πρῶτο δάνειο [3] κι’ ὁ «δεύτερος ἐμφύλιος».
Στὶς 2 Ἰουνίου 1823, τὸ «διοικητικὸν σῶμα» διὰ διατάγματος ὁρίζει ὡς πληρεξουσίους γιὰ τὴν σύναψη δανείου «τεσσάρων μιλλιουνίων ταλλήρων Ἱσπανικῶν» τούς Ἰ.Ὀρλάνδο, Ἰ.Ζαῒμη καὶ Ἀ.Λουριώτη. Ἦταν δὲ τέτοια ἡ «χρηματικὴ ἀπορία» τῆς κυβέρνησης, ὥστε δὲν ὑπῆρχαν κάν τὰ χρήματα γιὰ τὸ ταξίδι τῶν πληρεξουσίων στὸ Λονδῖνο, τὸ ὁποῖο πραγματοποιήθηκε μόνον μετὰ ἀπὸ δάνειο 4000 λιρῶν τοῦ Λόρδου Βύρωνα πρὸς τὴν κυβέρνηση! Τελικά, οἱ πληρεξούσιοι ἔφθασαν στὸ Λονδῖνο στὶς 21 Ἰανουαρίου 1824 καὶ ἕναν μήνα ἀργότερα ἐκδόθηκε τὸ δάνειο. Ἦταν τόσος ὁ ἐνθουσιασμὸς ὑπὲρ τῆς ἑλληνικῆς ὑπόθεσης καὶ τέτοια ἡ κερδοσκοπικὴ μανία, ποὺ «εὐρίσκοντο ἐν Ἀγγλίᾳ ἰδιῶται πρόθυμοι νὰ συνάψωσι μετὰ τινῶν ἑλληνίδων ἐπαρχιῶν ( τῆς Κύπρου, τῆς Ἠπείρου κ.τ.λ.), ἔτι καὶ σήμερον ἀλυτρώτων, δάνεια πληρωτέα ἅμα τῇ ἀπελευθερώσει αὐτῶν»…


Ὁ Νίκος Βέλμος, ( ἠθοποιός, ζωγράφος, λογοτέχνης, δημοσιογράφος, 1890-1930) εἶχε γράψει στὸ Φραγκέλιο ποὺ ἐξέδιδε ἀπὸ τὸ 1926 ὡς τὸ 1929: « Κι’ ἔχετε μοῦτρα νὰ διαμαρτυρόσαστε γιὰ τὸ ἂν ἦταν ἢ ὄχι μπεκρῆς ὁ Σολωμός. Καθάρματα, γιατί δὲν διαμαρτυρόσαστε γιὰ τοὺς ἄδικους νόμους ποὺ γίνονται ἀφορμὴ νὰ τὸ ρίχνουν στὸ πιοτὸ οἱ Σολωμοὶ καὶ νὰ πεθαίνουν; Καθάρματα, νὰ μέσα στὰ μάτια σας ψοφάει ἀπὸ τὴν δυστυχία ἕνας μεγάλος Θωμὰς Οἰκονόμου, ἕνας Παπαδιαμάντης, ἕνας Κρυστάλλης, ἕνας Μαρτζώκης… καὶ ποιὸν μωρὲ νὰ πρωτοποῦμε καὶ νὰ πρωταφήσουμε… καὶ πόσοι νέοι Σολωμοὶ ἀπὸ τὴν δυστυχiα δὲ θάχουνε χαθεῖ μέσα σ’ ἄλλα ἐπαγγέλματα καὶ δὲν τοὺς ξέρουμε; Ναὶ κακοῦργοι, πέθανε ἀπ’ τὸ οὖζο, ἀπ’ τὸ μπεκριλίκι ὁ Σολωμόςμας καὶ ξέρετε; Τὸν πεθάνατε οἱ ὅμοιοί σας!»
Ὁ Νῖκος Βέλμος σύχναζε σ’ ἕνα ταβερνεῖο ποὺ βρισκόταν στὸ νούμερο 10 τῆς ὁδοῦ Ἁρμοδίου. Ἁρμοδίου 14 βρίσκονται σήμερα τὰ γραφεῖα τοῦ ἀνὰ χείρας περιοδικοῦ. Κύκλοι…

Τὸ «πρῶτο δάνειο τῆς ἀνεξαρτησίας» ἀφοροῦσε ποσὸν 800000 λιρῶν στερλινῶν, ἀποπληρωμὴ σὲ 36 χρόνια, τόκο 5%, ἐνῷ «ἐξεδόθη πρὸς 59% τῆς ὀνομαστικῆς ἀξίας». Τὴν ἴδια περίοδο ( 1823-1824), ἡ Αὐστρία δανειζόταν μὲ 82% τῆς ὀνομαστικῆς ἀξίας, ἡ Πορτογαλία μὲ 87%, ἡ Ἀργεντινὴ μὲ 85% καὶ μόνον, τὸ Μεξικὸ εἶχε συνάψει δάνειο μὲ μικρότερη ὀνομαστικὴ ἀξία (58%) ἀπὸ τὸ ἑλληνικό. Ἀπὸ τὶς 472000 τοῦ πραγματικὰ δανεισθέντος ποσοῦ ἀφαιρέθηκαν καὶ 123000 ( προκαταβολὴ τόκων καὶ χρεώλυτρων δύο ἐτῶν κ.λπ.), ἐνῶ τὸ τελικὸ ποσὸ ποὺ παραδόθηκε στὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση ( ἀφοῦ 28100 λίρες ἔμειναν στὸ Λονδῖνο καὶ 11900 λίρες χρησιμοποιήθηκαν γιὰ τὴν ἀγορὰ πολεμοφοδίων) ἦταν περίπου 308000 λίρες.

Ὡς ἐγγύηση δόθηκαν γιὰ μὲν τὴν πληρωμὴ τῶν τόκων ὅλα τὰ δημόσια ἔσοδα, γιὰ δὲ τὴν πληρωμὴ τοῦ κεφαλαίου ὅλα τὰ ἐθνικὰ κτήματα!

Τί ἀπέγινε αὐτὸ τὸ ποσό; Μὲ μία λέξη: ἐξαερώθηκε! Ὁλόκληρο τὸ ποσὸ τοῦ δανείου χρησιμοποιήθηκε γιὰ τὶς «ἀνάγκες» τοῦ … «ἐμφυλίου πολέμου»!

Μετὰ τὰ δύο μὲ τρία πρῶτα χρόνια τῆς Ἐπανάστασης καὶ τὶς σημαντικὲς πρῶτες στρατιωτικὲς ἐπιτυχίες, ὁ πατριωτικὸς οἶστρος ὠρισμένων ὑποχώρησε, ἂν δὲν ἀτόνησε παντελῶς. Κοτσαμπάσηδες, καραβοκυραῖοι, προεστοί, Φαναριῶτες, τσιφλικάδες, ἀληπασαλῆδες οἰκοδομοῦν ὁ καθένας τους τὸ δικό του βιλαέτι, τὴ δική του βαρωνία – ποὺ θάλεγε κι’ ἕνας σημερινὸς πολιτικός.

Στὰ τέλη τοῦ 1823, ὑπάρχουν οὐσιαστικὰ δύο κυβερνήσεις στὴν Ἑλλάδα. Τὴν «παλιὰ» κυβέρνηση ὑποστηρίζουν οἱ στρατιωτικοί τῆς Πελοποννήσου καὶ οἱ περισσότεροι μοραῒτες κοτζαμπάσηδες.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη, στὸ πλευρὸ τοῦ «νέου» ἐκτελεστικοῦ, ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Ὑδραίου Γ.Κουντουριώτη, τάσσονται οἱ «πολιτικοί», οἱ νησιῶτες, δύο-τρεῖς κοτζαμπάσηδες τῆς Πελοποννήσου, οἱ Ρουμελιῶτες στρατηγοί, ὁ Μαυροκορδάτος, ὁ Κωλέττης.

Τὸ «νέο» ἐκτελεστικὸ θὰ ἐπιβληθεῖ τελικὰ τῶν ἀντιπάλων του, ἀφοῦ διαθέτει ἕνα σημαντικότατο πλεονέκτημα: τὸ δάνειο τῆς ἀνεξαρτησίας. Ἐκ τῶν πληρεξουσίων τοῦ δανείου, ὁ μὲν Ἰ.Ὀρλάνδος εἶναι γαμπρὸς ἐπ’ ἀδελφὴ τῶν Κουντουριωταίων, ὁ δὲ Ἀ.Λουριώτης ἔμπιστος τοῦ Μαυροκορδάτου. Ὁ κύβος εἶχε ριφθεῖ. Ὁ ἀγώνας γιὰ τὴν Ἀνεξαρτησία θὰ μετατραπεῖ σὲ ἀγώνα γιὰ τὴν ἐξουσία καὶ – κυρίως – γιὰ τὸν παρά. Ἡ Ἐπανάσταση θὰ μείνει στὴν μέση τοῦ δρόμου. Δὲν θὰ ὁλοκληρωθεῖ ποτέ.
Οἱ περισσότεροι πέφτουν στὰ πόδια τοῦ Κουντουριώτη ἀποζητώντας τὴν εὔνοιά του-τὶς λίρες, δηλαδή, τοῦ δανείου. Οἱ μέχρι χτὲς τρομεροὶ καπεταναῖοι ποὺ σκόρπιζαν τὰ τουρκικὰ φουσάτα προκαλοῦν τὴν ἀπέχθειά μας μὲ τὰ γλοιώδη ἐγκώμιά τους καὶ τὴν χαμέρπειά τους.

Νικηταρᾶς ἐκλιπαρεῖ τὸν Γ.Κουντουριώτη νὰ γίνει κουμπάρος του: «Περιμένω ἀπὸ τὴν Ἐκλαμπρότητά Σας …νὰ λάβω τὰς ὁδηγίας Σας». Τὸν διαβεβαιώνει ὅτι ἀπαρνήθηκε συγγενεῖς καὶ φίλους καὶ τὸν ἱκετεύει νὰ γίνει ἄνθρωπός του, δοῦλος του… Αὐτὸς «εἶναι ἡ μόνη ἀπαντοχή του».
Μακρυγιάννης τὰ ἴδια: «Ἐκλαμπρότατε», γράφει στὸν Κουντουριώτη, «νὰ μὲ θυμηθεῖς ὅταν ἔλθη τὸ δάνειον, ὅτι τὰς ἐλπίδας μου, μετὰ τὸν Θεόν, εἰς τὴν ἐκλαμπρότητά σου τὰς ἔχω καὶ μὴ μὲ ἀφήσεις περίλυπον. Παρακαλῶ νὰ μὲ ἀγαπᾶς ὅπως καὶ πρότερον».
Κι’ ὁ Καραϊσκάκης: «Πανεκλαμπρότατε Κύριε. Ἀφ’ ἢς ὥρας ἐπαρρησιάσθην καὶ συνωμολόγησα μὲ τὸ Πανέκλαμπρον ὑποκείμενόν της, ἐκυριεύθην ἡ ψυχή μου ἀπὸ ἕνα ξεχωριστὸν καὶ ἀνέκφραστον σέβας διὰ τὰ φιλάνθρωπ καὶ ὑπερευγενικὰ πρὸς ἐμὲ φερσίματά σας…» [4].

Οἱ καπετάνιοι, βέβαια, ἔχουν ἴσως τὰ ἐλαφρυντικά τους. Θέλουν νὰ ταῒσουν τὰ παληκάρια τους, νὰ τὰ ἐξοπλίσουν, νὰ βοηθήσουν τοὺς χειμαζόμενους κατοίκους τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας τους. Οἱ ἐξαχρειωμένοι «μαθητὲς» θὰ ἐμπεδώσουν σιγὰ σιγὰ τὸ μάθημα τῶν ἐξαχρειωμένων «δασκάλων». Ὁ χρυσὸς πάνω ἀπ’ ὅλα… Μία ἡγετικὴ κλίκα ἀρχίζει νὰ ξεπροβάλλει μέσα ἀπὸ τὰ ἐρείπια τῆς Ἐπανάστασης καί, κατορθώνοντας νὰ κυριαρχήσει μὲ τὰ ξένα δάνεια, δὲν θὰ κοιτάξει ξανὰ πίσω. Ἡ ὑποτέλεια θὰ ἀποτελέσει ἕνα ἀπὸ τὰ δύο βασικὰ χαρακτηριστικά της. Τὸ ἄλλο εἶναι ἡ «πεποίθηση», ὅτι τὸ δημόσιο ταμεῖο ἀνήκει, ὄχι στὴν πατρίδα, ἀλλὰ στὸ ἑκάστοτε «γκουβέρνο». Κι’ οἱ γραμματικοὶ τῶν καπεταναίων ποὺ γράφουν τὶς ἐπιστολές, συναγωνιζόμενοι σὲ χαμέρπεια τοὺς ἐργοδότες τους, θὰ ἀποτελέσουν τὴν μαγιὰ τῶν διανοούμενων τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους…

Ἰωάννης Κωλέττης
« Μετὰ τὸ Βυζάντιο ἔρχεται ἡ τουρκοκρατία […] Θὰ ἀναφέρω μόνον ὅτι ἐπὶ τουρκοκρατίας ὅση ἐξουσία δὲν ἀσκεῖται ἀπ’ εὐθείας ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἀσκεῖται ἀπὸ τοὺς κοτζαμπάσηδες ( τοὺς ἐντολοδόχους τῶν Τούρκων), οἱ ὁποῖοι κρατοῦν τοὺς χωριάτες ὑποχείριους. Συνεπῶς, οὔτε σ’ αὐτὴν τὴν περίοδο μποροῦμε νὰ μιλήσουμε γιὰ πολιτικὴ ζωή. Ὅταν ἀρχίζει ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821, διαπιστώνουμε ἀπὸ τὴν μία μεριὰ τὸν ἠρωϊσμὸ τοῦ λαοῦ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, σχεδὸν ἀμέσως, τὴν τεράτια ἀδυναμία νὰ συγκροτηθεῖ μία πολιτικὴ κοινωνία. Τὴν ἑπομένη τῆς πτώσης τῆς Τριπολιτσᾶς ἀρχίζουν οἱ ἐμφύλιοι πόλεμοι […] Βλέπουμε, γιὰ παράδειγμα, ὅτι ἡ νομιμοφροσύνη καὶ ἡ ἀλληλεγγύη ἔχουν τοπικὸ ἢ τοπικιστικὸ χαρακτήρα, ἰσχυσρότερο συχνὰ ἀπὸ τὸν ἐθνικό. Βλέπουμε, ἐπίσης, ὅτι οἱ πολιτικὲς κατατάξεις καὶ διαιρέσεις εἶναι συχνὰ σχετικὲς μὲ τὰ πρόσωπα τῶν «ἀρχηγῶν» καὶ ὄχι μὲ ἰδέες, μὲ προγράμματα, οὔτε καν μὲ «ταξικὰ» συμφέροντα.
Ἕνα ἀκόμα χαρακτηριστικὸ εἶναι ἡ στάση ἀπέναντι στὴν ἐξουσία. Στὴν Ἐλάδα, μέχρι καὶ σήμερα, τὸ κράτος ἐξακολουθεῖ νὰ παίζει τὸ ρόλο τοῦ ντοβλετιοῦ, δηλαδὴ μιᾶς ἀρχῆς ξένης καὶ μακρινῆς, ἀπέναντι στὴν ὁποία εἴμαστε ραγιάδες καὶ ὄχι πολίτες. Δὲν ὑπάρχει κράτος νόμου καὶ κράτος δικαίου, οὔτε ἀπρόσωπη διοίκηση ποὺ ἔχει μπροστά της κυρίαρχους πολίτες. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ φαυλοκρατία ὡς μόνιμο χαρακτηριστικό. Ἡ φαυλοκρατία συνεχίζει τὴν αἰωνόβια παράδοση τῆς αὐθαιρεσίας τῶν κυρίαρχων καὶ τῶν «δυνατῶν»: ἑλληνιστικοὶ ἡγεμόνες, Ρωμαῖοι ἀνθύπατοι, Βυζαντινοὶ αὐτοκράτορες, Τοῦρκοι πασάδες, κοτζαμπάσηδες, Μαυρομιχάληδες, Κωλέττης, Δηλιγιάννης…» Κορνήλιος Καστοριάδης, Εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν ἱστορία μας, σέλ. 11-12, ἐκδ. Πόλις, 2000.

Ὁ ἀληπασαλῆς Ἰ.Κωλέττης θὰ ἔχει τὸ γενικὸ πρόσταγμα καὶ τὴν «οἰκονομικὴ ἀρχηγία» τοῦ ἐμφυλίου πολέμου. Ἀρχηγὸς τῆς σωματοφυλακῆς του καὶ θησαυροφύλακας ὁ Μακρυγιάννης: « … διόρισε ἡ Διοίκηση τὸν Κωλέτη διευτυντὴ κ’ ἐμένα φρουρά του νὰ φυλᾶμε τὰ χρήματα τῶν ἀνθρώπων, ὁπού’ χε μαζί του ὁ Κωλέτης διὰ τοὺς μιστούς […] καὶ γιόμωσε τὸν Γκούρα ὁ Κωλέτης λίρες τοῦ γιόμωσε τὸ δισσάκι του ἀπ’ αὐτὲς κι’ ἀπ’τὰ λάφυρα τοῦ Νοταρᾶ καὶ Σισίνη κι’ ἀλλουνῶν […] Ἦρθε τοῦτες τὶς ἡμέρες ἐδῶ ὁ Γκούρας, γιόμωσε τὸ δισσάκι του λίρες, ἐπικύρωσε καὶ εἰς τὴν Κυβέρνηση ἄλλες ὀχτακόσιες χιλιάδες γρόσια, ὅτι κάνει νὰ λάβει ἀπὸ τὴν Κυβέρνηση ἀκόμα, κι’ἀχώρια μουκατάδες Ἀθήνας, Θήβας, Λιβαδειᾶς καὶ τὰ ἑξῆς. Κι’ ὅλο τὸ φουσάτο ὅπου πλερώνει ποτὲς δὲν εἶναι διακόσιοι πενήντα ἄνθρωποι, τὸν ἕναν εἰς τὴν πλερωμὴ τὸν κάνει δέκα».
Ὁ Γκούρας εἰσέπραττε μισθοὺς γιὰ 12000 ἀνύπαρκτους στρατιῶτες, ἐνῷ εἶχε δὲν εἶχε 3000. Τὸ ἴδιο καὶ μὲ τοὺς ἄλλους ὁπλαρχηγούς. Κάποια στιγμὴ δὲν πήγαινε ἄλλο καὶ σκέφτηκαν νὰ τοὺς μετρήσουν. Τότε τὰ παλληκάρια πήγαιναν ἀπὸ τὸ ἕνα στρατόπεδο στὸ ἄλλο, καὶ κάθε καπετάνιος ἀποδείκνυε τοῦ λόγου του τό… ἀληθές. Ὅταν ἐπιχείρησαν νὰ τοὺς μετρήσουν τὴν ἴδια μέρα καὶ τὴν ἴδια ὥρα, οἱ καπετάνιοι «ἐξανέστησαν» καὶ τὸ σχέδιο ναυάγησε. Συνέχισαν νὰ εἰσπράττουν τοὺς μισθοὺς ἀνύπαρκτων πολεμιστῶν!

Ὁ Κωλέττης, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ ἄνθρωπος ποὺ κυρίως εὐθύνεται γιὰ τὴν ἐκστρατεία κατὰ τῶν Μοραϊτῶν, μοίραζε καὶ στρατιωτικὰ «διπλώματα». Ἔτσι «κατήντησε τὸ ἔθνος νὰ ἔχει ὑπὲρ τὰς 12000 ἀξιωματικούς, ἐκ τῶν ὁποίων πολλοὶ προεβιβάσθησαν εἰς βαθμοὺς στρατηγίας, ἀντιστρατηγίας, χιλιαρχίας, ὑποχιλιαρχίας μέχρι εἰκοσιπενταρχίας, χωρὶς ποτὲ νὰ ρίψωσιν οὐδὲ καν ἓν τουφέκι εἰς τὰς κατ’ ἔχθρον γενομένας μάχας» [5]. Οἱ στρατιωτικοί, ἀξιωματικοὶ καὶ «ὁπλίτες», δὲν ξεπερνοῦσαν τότε συνολικά τους 20000. Κι’οἱ χιλιάδες «ἀξιωματικοὶ» θὰ ζητοῦν μετὰ τὴν Ἀνεξαρτησία, μισθούς, συντάξεις, παράσημα, «βόλεμα».

Τότε, τὸ Δεκέμβριο τοῦ 1824, θὰ γίνει κι’ ὁ Μακρυγιάννης στρατηγός. Πολέμησε περισσότερο στὶς μάχες τοῦ ἐμφυλίου παρὰ στὶς – μέχρι τότε – μάχες κατὰ τῶν Τούρκων…
Κάπως ἔτσι λεηλατήθηκε, κατακάηκε καὶ ὑποτάχθηκε ἡ Πελοπόννησος. Ὁ δρόμος γιὰ τὸν Ἰμπραὴμ ἦταν στρωμένος… ἀποκαῒδια.


Ὁ Παναγιώτης Σοφιανόπουλος ( Καλάβρυτα 1786- Ἀθήνα 1856) σπούδασε γιατρὸς στὴν Ἰταλία, μετεῖχε στὸν Ἀγώνα τοῦ 1821 καὶ ἀπὸ τὸ 1827 ὡς τὸ 1834 διαμένει στὴν Γαλλία καὶ τὴν Ἀγγλία. Προσωπικὸς γιατρὸς καὶ γραμματέας τοῦ Γκούρα, βασάνισε ὁ ἴδιος τὸν κοτσάμπαση Νοταρά. Κι’ ἀπὸ βασανιστὴς ἔγινε ἀργότερα ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους… σοσιαλιστὲς στὴν Ἑλλάδα! « Στρέφεται πρὸς τοὺς “Πανεπιστημίους” τῆς χώρας καὶ διακηρύσσει ὅτι “ ἔχομεν ἀνάγκην ἀπὸ Γαλλικὴν παιδείαν, ἀπὸ Ἀγγλικὴν βιομηχανίαν, ἀπὸ Ἀμερικανικὸν καὶ Τροιζηνικὸν πολίτευμα καὶ ἀπὸ ἀγαθὰ ἐπίγεια, ἀλλ’ ὄχι ἀπὸ μεταμορφώσεις τοῦ Διὸς καὶ ἀπὸ μεταφυσική του κυρίου Βάμβα φιλοσόφου”. (1837)
« Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος μὲ ἐγκύκλιό της κατέταξε τὸν Σοφιανόπουλο μαζὶ μὲ τὸν Θ.Καῒρη, στοὺς “ ἐχθρούς του Χριστιανισμού”».
( Τὰ στοιχεῖα ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Παναγιώτη Νούτσου, Ἡ Σοσιαλιστικὴ Σκέψη στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὸ 1875 ὡς τὸ 1974, τ. Ά, σέλ. 125, ἔκδ. Γνώση, 1990).

« Χρυσοῦ λαλοῦντος, ἅπας ἄπρακτος λόγος», ἦταν «τὸ σύνθημα τῆς ρουμελιώτικης ὀρδῆς, τὸ ὁποῖο ἐξέφρασε ὁ Σοφιανόπουλος ἐν ὀνόματι τοῦ Γκούρα» [6]. Ὁ Παναγιώτης Σοφιανόπουλος, γιατρός, σπουδασμένος στὸ ἐξωτερικό, ὅπως κι’ ὁ Κωλέττης, ἦταν γραμματέας καὶ σύμβουλος τοῦ Γκούρα, ποὺ ἐκτελοῦσε καὶ χρέη βασανιστῆ. Βασάνισε τὸν Νοταρᾶ, τότε, μέχρι νὰ παραδώσει στὸν Γκούρα «τρεῖς χιλιάδες χρυσὰ φλωριὰ βενέτικα καὶ ἐπὶ πλέον νὰ τὸν καταστήσει γενικὸ κληρονόμο τῆς κτηματικῆς του περιουσίας»! [7] Ἀργότερα ὁ Σοφιανόπουλος θὰ εἶναι ὁ πρῶτος στὴν Ἑλλάδα, ποὺ θὰ χρησιμοποιήσει τὸν ὄρο «σοσιαλισμός» (!) σὲ ἄρθρο του ( τὸ 1849) καὶ θὰ προσπαθήσει «νὰ εἰσάγει μία δικὴ του κοσμοθεωρία βασισμένη στὶς ἀπόψεις τῶν (σ.σ. οὐτοπιστῶν) Σαὶν Σιμὸν καὶ Σὰρλ Φουριέ, μὲ τὴν προσθήκη κάποιων ἰδεῶν τοῦ Πλάτωνα, τοῦ Σωκράτη, τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ Διαφωτισμοῦ, ἀλλὰ μὲ βασικὸ προτάγμα τὴν ἀταξικὴ κοινωνία» [8]. Μόνον ἀπὸ πλήξη δὲν θὰ πεθάνουμε σ’ αὐτὴ τὴ χώρα…

Ἀκόμα καὶ ὁ ἐθνικός μας ἱστορικός, Κ.Παπαρρηγόπουλος, βρίσκεται σὲ δύσκολη θέση ὅταν στὴν βιογραφία τοῦ Καραϊσκάκη περιγράφει τὴν περίοδο τοῦ δεύτερου ἐμφυλίου: « Δὲν θέλομεν παρακολουθήσει τὴν ἀνάβασιν αὐτῶν [ σ.σ. τοῦ Καραϊσκάκη καὶ τοῦ Τζαβέλλα, πού, στὶς ἀρχὲς Δεκεμβρίου τοῦ 1824, εἶχαν διεκπεραιωθεῖ ἀπὸ τὴν Ρούμελη στὸ Αἴγιο] εἰς Καλάβρυτα καὶ τὴν μέχρι Μεσσηνίας κατάβασιν, οὔτε θέλομεν ἱστορήσει ὅσα τότε ἐγένοντο πολλαχοῦ τῆς Πελοποννήσου, μάλιστα δὲ εἰς Κερπινήν. Ἡ ἐποχὴ αὐτὴ εἶναι μία ἐξ ἐκείνων περὶ ὧν ὁ ἱστορικός τῆς νεωτέρας Ἑλλάδος δυσκολώτατα δύναται νὰ ἐκφέρη τὴν πρέπουσαν κρίσιν» [9].

Στὴν Κερπινὴ βρισκόταν «τὸ σπίτι τοῦ κυρίου Ζαῒμη» ποὺ τὸ κατέλαβε καὶ τὸ «κυβέρνησε» ὁ Καραϊσκάκης, «ὁπού δὲν τοῦ ἄφησαν οἱ ἄνθρωποί του οὔτε στάχτη μέσα…», λέει ὁ στρατηγὸς στὰ Ἀπομνημονεύματά του…

Κάπως ἔτσι «ἐξαερώθηκε» τὸ πρῶτο δάνειο τῆς ἀνεξαρτησίας, ἢ τῆς «Ἀγγλίας», ἂν προτιμᾶτε. Ἕνα μέρος του μάλιστα χρησιμοποιήθηκε γιὰ τὴ χρηματοδότηση τῆς λεηλασίας τοῦ Μοριὰ ἀπὸ τοὺς Ρουμελιῶτες! Καὶ τὸ ὑπόλοιπο κατέληξε στὰ κεμέρια τῶν πολιτικῶν καὶ τῶν στρατιωτικῶν.

Τὸ δεύτερο δάνειο.
Παρόμοια τύχη εἶχε καὶ τὸ δεύτερο δάνειο τῆς Ἀνεξαρτησίας, τὴν ἀπόφαση γιὰ τὴν σύναψη τοῦ ὁποίου ἔλαβε τὸ Βουλευτικὸ στὶς 31 Ἰουλίου 1824. Οἱ Ἰ.Ὀρλάνδος καὶ Ἀ.Λουριώτης ἐξουσιοδοτήθηκαν γιὰ τὴ σύναψή του καὶ ἄρχισαν τὶς διαπραγματεύσεις στὸ Λονδῖνο. Αὐτὴ τὴ φορὰ ἐξασφάλισαν δάνειο 2.000.000 λιρῶν, ἀπὸ τὸ ὁποῖο θὰ εἰσέπρατταν τὸ 55,5%, δηλαδὴ 1.100.000 λίρες. Ἀπὸ τὸ τελευταῖο ποσὸν κατακρατήθηκαν καὶ 284.000 λίρες ( τόκοι τῶν δύο πρώτων ἐτῶν, προμήθειες, μεσιτεῖες, ἔξοδα συνομολογήσεως κ.ο.κ.) καὶ τὸ τελικὸ ποσὸ μειώθηκε στὶς 816.000 λίρες.

Μόνον ποὺ οἱ καλοί μας πληρεξούσιοι αὐτὴ τὴ φορὰ ἐνήργησαν χωρὶς τὴν κηδεμονία τῆς Φιλελληνικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Λονδίνου ( Greek Committee), καὶ ἔπεσαν στὴν παγίδα τῶν τραπεζιτῶν Ρικάρδο καὶ κάποιων φίλων τους, ποὺ διαχειρίσθηκαν τὸ δάνειο χωρὶς κάν νὰ συμβουλευτοῦν τοὺς Ὀρλάνδο – Λουριώτη καὶ ἄρχισαν νὰ παραγγέλνουν πλοῖα σὲ ναυπηγεῖα τῶν ΗΠΑ καὶ τῆς Ἀγγλίας… Τελικὰ ἀπὸ τὸ ποσὸ τῶν 2 ἑκατομμυρίων λιρῶν, στὰ χέρια τῆς κυβέρνησης περιῆλθαν μόνον 232.558 λίρες!

Τὰ ὅσα ἀναφέρει ὁ ἱστορικὸς Γερβίνος, περιγράφοντας τὴν ὅλη κατάσταση, νομίζω ὅτι παραμένουν ἐξαιρετικὰ ἐπίκαιρα ἀκόμη καὶ σήμερα: « Οἱ ἀντιπρόσωποι Ὀρλάνδος καὶ Λουριώτης ὑπέβαλον παραστάσεις, ἀλλ’ ἀπεπέμφθησαν ἀγερώχως. Πολὺ ἐστενοχωρημένοι ὡς πρὸς τὴν τηρητέα στάσιν, στερούμενοι ὠρισμένων ὁδηγιῶν, λαμβάνοντες παταχόθεν ἀντιφατικάς συμβουλάς,μὴ συμφωνοῦντες πρὸς ἀλλήλους, ὁτὲ μὲν φιλύποπτοι καὶ ἐπιφυλακτικοὶ πρὸς τοὺς φίλους, ὁτὲ δὲ ἀσύνετοι καὶ πλήρεις ἐμπιστοσύνης πρὸς τοὺς ἐχθρούς, ἀήθεις (ἀσυνήθιστοι) εἰς παγκόσμιον ἀγορὰν ὡς τὴν τοῦ Λονδίνου, ἀγνοοῦντες ἐντελῶς τί ἤσαν οἱ Ἄγγλοι κερδοσκόποι (stock jobbers), δὲν ἠδυνήθησαν ν’ ἀντιστῶσιν εἰς τὰ τεχνάσματα τῶν ἀναιδῶν ἐκείνων τραπεζιτῶν» [10].

Κύκλοι…Θὰ μπορούσαμε ἄραγε νὰ περιγράψουμε καλύτερα τὴ σημερινὴ «δανειακὴ» κατάσταση τῆς χώρας;

Ὀλίγες «ἀήθεις» σκέψεις
Γιὰ τοὺς περισσότερους ἱστορικούς, μὲ τὸ τέλος τοῦ ἐμφυλίου πολέμου στὶς ἀρχὲς τοῦ 1825 ἡ χώρα ἀποκτᾶ –ἐπιτέλους!- ἰσχυρὴ κεντρικὴ κυβέρνηση. Κατὰ τὴ σεμνὴ καὶ ταπεινὴ γνώμη τοῦ γράφοντος, ἡ χώρα δὲν ἀπέκτησε ἰσχυρὴ κυβέρνηση, οὔτε τότε οὔτε ποτέ. Αὐτὸ ποὺ ἀπέκτησε τότε ἦταν μία ἄρχουσα τάξη καὶ κυρίως μία κυρίαρχη ἰδεολογία (ἡ ἰδεολογία τῆς κυρίαρχης τάξης εἶναι ἡ κυρίαρχη ἰδεολογία…)

Τὰ διδάγματα ἀπὸ τὰ γεγονότα τοῦ 1824:

Α. Γιὰ νὰ κυβερνᾶ κάποιος τὴ χώρα πρέπει νὰ διαθέτει χρῆμα. Ἀπὸ ποῦ ἀντλεῖ κάποιος κυβερνήτης τοὺς ἀπαραίτητους πόρους; Ἀπὸ τὰ δάνεια! Μία λεηλασία ἐδῶ, ἕνα πλιάτσικο ἐκεῖ («φοροεπιδρομή», τὸ λέμε σήμερα) ἀποτελοῦν ἐνίοτε μία καλὴ ἀλλὰ ὄχι καὶ μόνιμη λύση.

Β. Γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει κάποιος ἄρχων τὰ ἀπαραίτητα δάνεια δὲν χρειάζεται παρὰ νὰ διατηρεῖ ἄριστες σχέσεις μὲ τὸ «ἐξωτερικόν». Μία-δύο διευκολύνσεις πρὸς τὶς Προστάτιδες Δυνάμεις εἶναι πάντα χρήσιμες.

Γ. Σὲ τί θὰ χρησιμεύσουν τὰ δάνεια; Ὄχι, πάντως, στὴν ἀνασυγκρότηση τῆς χώρας καὶ σὲ καμία περίπτωση στὴν αὐτοτελῆ οἰκονομικὴ ἀνάπτυξή της! Ἡ ἀνεμπόδιστη οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τοῦ ἰδιωτικοῦ τομέα θὰ ὁδηγήσει, ἀργὰ ἢ γρήγορα, στὴν ἀνάδυση μίας «ἀστικῆς» τάξης, ἡ ὁποία, ἐκ τῶν πραγμάτων, θὰ διεκδικήσει κάποτε μερίδιο τῆς ἐξουσίας. Καλὸ εἶναι, λοιπόν, ὅλες οἱ δουλειὲς νὰ περνᾶνε μέσα ἀπ’ τὸ γκουβέρνο. Ἔτσι ἐλέγχονται καλύτερα.

Δ. Τὰ δάνεια τὰ «καρπωνόμαστε» μόνοι μας; Ὄχι, βέβαια! Μὴ ἐπιτρέποντας τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἰδιωτικοῦ τομέα, κάποιος θὰ πρέπει νὰ δώσει μία δουλειὰ κι ἕνα κομμάτι ψωμὶ στὸν χειμαζόμενο «κοσμάκη». Νὰ μὴν ἔχουμε καὶ προβλήματα ἀπὸ «τὰ κάτω». Ἀθρόες, λοιπόν, προσλήψεις στὸ δημόσιο γιά, κατὰ κανόνα, κακοπληρωμένες δουλειές. Πῶς θὰ συμπληρώσουν τὸ εἰσόδημά τους οἱ κακοπληρωμένοι δημόσιοι ὑπάλληλοι; Μὲ τὰ «προσκόμματα» πρὸς τὸν ἰδιωτικὸ τομέα (βλ. Γ).

Ε. Ἐκτός, ὅμως, ἀπὸ τοὺς –δυνητικοὺς- «ἀπὸ πάνω» καὶ τοὺς –ὑπαρκτοὺς- «ἀπὸ κάτω», ὑπάρχουμε κι ἐμεῖς. Ὑπάρχουμε ἐμεῖς, ὑπάρχουν καὶ οἱ ἡμέτεροι πού θὰ πρέπει νὰ βολευτοῦν κι αὐτοί. Στρατιωτικοί, ἀνώτατοι δημόσιοι ὑπάλληλοι, κολαοῦζοι, δημοσιογράφοι, καθηγητὲς πανεπιστημίων (πρὸς Θεοῦ! Ποτὲ ἰδιωτικὰ πανεπιστήμια! Μπορεῖ νὰ ἀνοίξουν καταστροφικὲς συζητήσεις…), παρατρεχάμενοι κάθε εἴδους. Γενικῶς, οἱ «ἡμέτεροι».

ΣΤ. Δὲν χωρᾶ καμία ἀμφιβολία. Ἂν εἴμαστε ἐμεῖς στὸ γκουβέρνο, ὁ τόπος θὰ κυβερνιέται καλά. Ὅμως, ὅμως… Σ’ αὐτὸν τὸν τόπο, ὑπάρχουν πάντα καὶ τὰ μιάσματα. Πού εἶναι πάντα ἱκανοὶ νὰ προσφέρουν γῆν καὶ ὕδωρ στὴν ἀντίπαλη ἀπὸ τὴ δική μας Προστάτιδα Δύναμη. Ὅμως, μία στιγμή!

Ζ. Ἕνα πράγμα δὲν πρέπει νὰ συμβεῖ ποτὲ σ’ αὐτὴ τὴ χώρα. Νὰ ὑπάρξει μία ἰσχυρὴ

Ἡ ἐπανάσταση τῆς 3ης Σεπτεμβρίου. Διακρίνεται ἔφιππος ὁ Δημήτρης Καλλέργης
κυβέρνηση ποὺ θὰ ἐπιβάλει τοὺς ὅποιους κανόνες της. Ά, ὄχι! Αὐτὸ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἐπιτρέψουμε. Δὲν τὸ ἐπιτρέπουν τὰ δημοκρατικά μας αἰσθήματα! Σύνταγμα! Σύνταγμα! … Νὰ ἐπιλέγει «ἐλεύθερα» ὁ λαὸς τοὺς κυβερνῆτες του...

Ἡ αὐταρχικὴ διακυβέρνηση Καποδίστρια θὰ λάβει τέλος μὲ τὴ δολοφονία τοῦ Κυβερνήτη. Οἱ «Βαβαρέζοι»; Ά, πά, πά, πά! «Ἐπανάσταση»! Σύνταγμα! Ἀκοῦς ἐκεῖ ὁ Ὄθων νὰ θέλει νὰ ἱδρύσει Τράπεζα καὶ νὰ δανείζει μὲ ἀνώτατο ἐπιτόκιο 10%; Ἀπαράδεκτον! Κι ἐμεῖς, οἱ πτωχοί, πλὴν τίμιοι ἀγωνιστὲς καὶ τοκιστές, πού δανείζουμε μὲ 20-30-40%,τί θ’ἀπογίνουμε; «Ἐπανάσταση»! Σύνταγμα!

Ἡ πλατεῖα Συντάγματος, ὅπως φαινόταν ἀπό τά Ἀνάκτορα ( σημερινή Βουλή). Πίνακας τοῦ Ulrich Halbreiter(1845).
Ὁ Νόμος τοῦ Ὄθωνα γιὰ τὴ λειτουργία τῆς Ἐθνικῆς Τραπέζης τῆς Ἑλλάδος, ὅπου ὁρίζεται πὼς «ὁ τόκος τῶν ἐπὶ ὑποθήκῃ καὶ ἐνεχύρῳ δανείων δὲν θέλει ποτὲ ὑπερβαίνει τὰ 10 τοῖς % κατ’ ἔτος», θὰ δημοσιευθεῖ στὴν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως τὴν 7η Αὐγούστου 1843. Λιγότερο ἀπὸ ἕναν μήνα μετά, θὰ ἐκδηλωθεῖ ἡ «Ἐπανάσταση» τῆς Γ΄ Σεπτεμβρίου. [...]

Διευκρίνιση: Μὲ τὰ παραπάνω σὲ καμμία περίπτωση δὲν ὑπονοῶ ὅτι οἱ Ἰωάννης Κωλέττης καὶ Ἰωάννης Μακρυγιάννης συνέχιζαν νὰ τοκίζουν χρήματα καὶ μετὰ τὴν Ἐπανάσταση, κάτι ποὺ συνήθιζαν νὰ πράττουν στοὺς προεπαναστατικοὺς χρόνους [11]. Γιὰ τὶς οἰκονομικὲς δραστηριότητές τους μετὰ τὴν Ἐπανάσταση λίγα εἶναι γνωστά.

Ὁ Στρατηγός Μακρυγιάννης σέ μεγάλη ἡλικία
Ὁ μὲν Κωλέττης ἦταν ἀπὸ τοὺς πλουσιότερους Ἕλληνες, μὲ περιουσία ποὺ ξεπερνοῦσε τὶς 600.000 δραχμὲς τῆς ἐποχῆς, ὁ δὲ Μακρυγιάννης ποὺ διέθετε ἕνα σπίτι στὴν Ἀθήνα τὸ 1825 ( ἄγνωστο πῶς τὸ εἶχε ἀποκτήσει) ἀπέκτησε κι’ ἕνα σπίτι στοὺς Ἀέρηδες, ὅταν τὴν ἴδια χρονιὰ παντρεύτηκε τὴν κόρη τοῦ Σκουζέ, μὲ κουμπάρο τὸν Γιάννη Γκούρα. Τὸ 1827 ἀγόρασε ἀπὸ Ἀθηναίους πρόσφυγες στὴν Αἴγινα, «κάποια χωράφια» κάτω ἀπὸ τὴν Ἀκρόπολη, καὶ τὸ 1833 ἔχτισε ἐκεῖ σπίτι. Τέλος διευκρίνισης.

Κύκλοι…
Ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 1843, ἔχουμε μία σειρὰ ἐξελίξεων ποὺ σίγουρα κάτι μᾶς θυμίζουν. Τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1843, ἡ κυβέρνηση πληροφορεῖ τὶς προστάτιδες δυνάμεις ὅτι ἀδυνατεῖ νὰ πληρώσει τὴν ἑξαμηνιαία δόση τοῦ χρέους. Τί εἶχε συμβεῖ; «Τὴν κρίση τοῦ 1843 δὲν τὴν προκάλεσαν οἱ οἰκονομικὲς ἐξελίξεις», γράφει ὁ J. Petropulos, «ἀλλὰ οἱ δυνάμεις, μὲ τὸ νὰ ἀρνηθοῦν ὁμόφωνα, γιὰ πρώτη φορά, νὰ ἐγκρίνουν ὁποιοδήποτε καινούργιο δάνειο» [12].Ἡ κυβέρνηση δὲν μποροῦσε, λοιπόν, νὰ ἀναχρηματοδοτήσει τὸ χρέος τῆς χώρας. Οἱ λόγοι τῆς ἄρνησης ἦταν καθαρὰ πολιτικοί. Καὶ οἱ τρεῖς προστάτιδες δυνάμεις ἦταν δυσαρεστημένες μὲ τὴν πολιτικὴ τοῦ «Βαυαροῦ». Μέχρι τότε, «ὁ Ὄθων κατόρθωνε νὰ ἀποτρέπει τὴν οἰκονομικὴ κρίση ἐξασφαλίζοντας δάνειο ἀπὸ τὴν προστάτιδα δύναμη τῆς ὁποίας τὸ κόμμα στὴν Ἑλλάδα εἶχε τὸ πολιτικὸ προβάδισμα» [13].Μιᾶς καὶ τὸ γαλλικὸ κόμμα εἶχε τότε τὸ προβάδισμα, ἡ Γαλλία θὰ ἔπρεπε νὰ δανείσει τὸν Ὄθωνα, κάτι ὅμως ποὺ δὲν συνέβη.

Μπροστὰ στὴν ἀπειλὴ τῆς ξένης ἐπέμβασης, ἡ κυβέρνηση τί ἔκανε; «Περιέστειλε δραστικὰ τὶς τακτικές της δαπάνες. Ὁ βασιλιὰς ἔδωσε τὸ παράδειγμα προσφέροντας ἕνα μεγάλο μέρος τῆς βασιλικῆς χορηγίας στὸ δημόσιο ταμεῖο. Ἡ κυβέρνηση ἐν συνέχεια περιέκοψε τοὺς μισθοὺς τῶν δημοσίων ὑπαλλήλων μὲ τὴν ἐπιβολὴ προοδευτικῆς κράτησης. Ὑποχρέωσε σὲ ἔξοδο ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία μερικοὺς ὑπαλλήλους μὲ σύνταξη ποὺ ἔφτανε μόλις τὸ ἕνα τρίτο τῶν ἀποδοχῶν τους. Κατάργησε τὸ σῶμα τῶν μηχανικῶν στὴ Γραμματεία τῶν Οἰκονομικῶν, καθὼς καὶ μεγάλο ἀριθμὸ τῶν διπλωματικῶν καὶ προξενικῶν της ἀποστολῶν στὸ ἐξωτερικό, περιλαμβανομένων καὶ τῶν διπλωματικῶν ἀποστολῶν στὸ Λονδῖνο καὶ στὸ Παρίσι. Διέκοψε ἐπίσης τὴ χορήγηση συντάξεων σὲ πολλοὺς κληρικούς, καὶ διέταξε ὅσους ἀπὸ αὐτοὺς δὲν εἶχαν οἰκονομικὰ μέσα νὰ ἐπιστρέψουν στὰ μοναστήρια ποὺ ἀπέμεναν.» [14].

Ἑρμηνεία τῶν παραπάνω μέτρων μὲ σημερινοὺς ὅρους: ὁ Ὄθωνας (συγγνώμην, ὁ Γ.Α.Π. ) πῆρε αὐστηρὰ μέτρα περιορισμοῦ τῶν δαπανῶν τοῦ δημοσίου, ὥστε νὰ μὴν χρειαστεῖ νὰ καταφύγει στὶς προστάτιδες δυνάμεις (συγνώμην, τὸ ΔΝΤ), ποὺ οὕτως ἢ ἄλλως θὰ τοῦ ἐπέβαλαν τὰ ἴδια μέτρα.

Τὰ μέτρα ποὺ πῆρε «ἰδίᾳ πρωτοβουλίᾳ» ὁ Ὄθωνας ἀπεδείχθησαν ἀνεπαρκῆ. Μπροστὰ στὴ διαφαινόμενη ἐθνικὴ ταπείνωση, ὑπῆρχε μία καὶ μοναδικὴ λύση, τὴν ὁποία, σύμφωνα μὲ κάποιους, προωθοῦσαν καὶ οἱ προστάτιδες δυνάμεις: «Ἐπανάσταση» καὶ Σύνταγμα!


Ὁ Ὄθων, βασιλεὺς τῶν Ἑλλήνων.
Ἡ δυσαρέσκεια τοῦ λαοῦ κατὰ τῆς πολιτικῆς τοῦ Ὄθωνα καὶ τὰ συμφέροντα τῶν Μεγάλων Δυνάμεων ἀπαιτοῦσαν τὴν παραχώρηση Συντάγματος. Συγκεκριμένα ἡ Ἀγγλία πίστευε ὅτι ὁ κοινοβουλευτισμὸς θὰ ἐξυπηρετοῦσε καλύτερα τὰ συμφέροντά της, ἐνῷ ἡ Γαλλία δὲν ἤθελε νὰ φαίνεται ἀντίθετη μὲ τὴν παραχώρηση ἐλευθεριῶν. Τέλος ἡ Ρωσία ἐπιδίωκε κάποια ἀλλαγὴ μὲ τὴν ὁποία ὁ Ὄθωνας θὰ ἀναγκαζόταν νὰ παραιτηθεῖ καθὼς εἶχε ἐλπίδες ὅτι θὰ ἀνέβαινε στὸ θρόνο Ρῶσος πρίγκιπας.
Μόχλος πίεσης τῶν δυνάμεων ἦταν οἱ οἰκονομικὲς ὑποχρεώσεις τῆς Ἑλλάδας. Ἔτσι ἡ Ρωσία ἀπαίτησε τὴν ἄμεση καταβολὴ τῶν τοκοχρεωλυσίων τῶν πρώτων 2 δόσεων τοῦ 1833 καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν προκαταβολῶν τῆς 3ης δόσης. Μὲ αὐτὰ συμφώνησαν καὶ οἱ ὑπόλοιπες δυνάμεις μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μεγαλώσει ἡ δυσφορία κατὰ τοῦ Ὄθωνα, ὁ ὁποῖος ἀναγκάστηκε νὰ καταφύγει σὲ ἀντιλαϊκὰ μέτρα ( σταμάτησε τὴν ἐκτέλεση ἔργων, ἀνέστειλε τὴν καταβολὴ μισθῶν καὶ ἀπέλυσε πολλούς). Ἡ δυσαρέσκεια ὁδήγησε στὴν συνωμοσία μεριῶν πολιτικῶν καὶ ἀξιωματικῶν –μὲ ἀρχηγοὺς τὸν Μακρυγιάννη καὶ τὸν Καλλέργη – οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νὰ ἐπιβάλλουν στὸν Ὄθωνα τὴν παραχώρηση Συντάγματος…

Στὶς «3 τοῦ Σεπτέμβρη» ξεσπᾶ ἡ «Ἐπανάσταση». Καὶ στὶς 14 Σεπτεμβρίου ἡ Ἑλλάδα ὑπογράφει ἀπρόθυμα τὴν προσφυγὴ στὸ ΔΝΤ (συγγνώμην, ὑπογράφει ἀπρόθυμα τὴν οἰκονομικὴ σύμβαση ποὺ τῆς ἐπέβαλαν οἱ προστάτιδες δυνάμεις). Οἱ δυνάμεις, πλέον, «[…] ὄχι μόνο κατέλυαν τὴν δημοσιονομικὴ αὐτονομία τῆς Ἑλλάδας, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐξανάγκαζαν νὰ μειώσει τὶς δαπάνες της κατὰ 3,5 ἑκατομμύρια φράγκα. Οἱ περικοπὲς [σ.σ. τὸ πρῶτο πακέτο μέτρων τοῦ Ὄθωνα] ποὺ εἶχαν ἤδη χαρακτηριστεῖ δραστικὲς δὲν εἶχαν οὔτε καν προσεγγίσει τὸ ποσὸ ποὺ ὅριζε ἡ σύμβαση» [15].

Ἐπαναλαμβάνεται, ἄραγε, ἡ ἱστορία ὡς φάρσα; Ὄχι ἀκριβῶς! « Βλάχος τὶς ποιμήν», ρωτοῦσε τότε: «Τί πράγμα εἶνε αὐτὸς ὁ σύνταγμας, ὁ ὁποῖος θὰ μᾶς κάμει ὅλους νὰ τρῶμε ψωμὶ χωρὶς νὰ δουλεύωμαι;» [16].Κάποιοι ἔφαγαν ψωμὶ χωρὶς νὰ δουλέψουν. Καὶ οἱ ἑπόμενοι καὶ οἱ ἑπόμενοι. Ὄχι ὅλοι, ὅμως. Ὄχι ὅλοι… Γιατί δὲν περίσσευε γιὰ ὅλους. .. Καὶ ποιὸς ἔφταιγε γι’ αὐτό; Μά, οἱ κακοὶ μονάρχες ποὺ παραβίαζαν τὶς ἀρχὲς τοῦ Συντάγματος. Στὴν ἀρχή. Στὴ συνέχεια ἔφταιγαν καὶ οἱ «ἀλλοινοί». Καὶ οἱ «ἀλλοινοὶ» τῶν «ἀλλουνῶν». Ἐτερχόχθονες καὶ αὐτόχθονες. Δεληγιαννικοὶ καὶ Τρικουπικοί. Βασιλικοὶ καὶ Βενιζελικοί. Γηγενεῖς καὶ πρόσφυγες. Ταγματασφαλίτες καὶ ἐαμοβούλγαροι. Γαλάζιοι καὶ Βένετοι…

Καὶ πέρασαν τὰ χρόνια, πέρασαν οἱ καιροί. Κύκλοι ἔκλεισαν, κύκλοι ἄνοιξαν…Οἱ μονάρχες ἔφυγαν, Συντάγματα ψηφίστηκαν, Συντάγματα ἐφαρμόστηκαν. Καὶ μόνο κάποιους τάϊζε αὐτὸς ὁ Σύνταγμας. Τοὺς «ἀλλουνούς». Καὶ τοὺς «ἐκεινούς». Μόνο ποὺ τώρα δὲν ὑπῆρχε ἄλλοθι. Ὁ Συνταγμας ἐφαρμοζόταν πιστά. Ψωμί, ὅμως, γιόκ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἄρχισαν νὰ μιλᾶνε γιὰ τὸ «τέλος τῆς μεταπολίτευσης». Ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ μιλᾶνε γιὰ τὸ δικό τους τέλος.

Ὄχι. Ἡ Ἱστορία δὲν ἐπαναλαμβάνεται ὡς φάρσα. Ἡ ἴδια ἡ νεοελληνικὴ Ἱστορία εἶναι μία φάρσα!

«Σύνταγμας» καὶ «ξερὸ ψωμί»! ( μὲ λίγο «βάλσαμο» ) ἤ: «στὸ διάβολο ἡ ἐλευθερία ἂν εἶναι νὰ πεινᾶμε»!Μετὰ τὴν «Ἐπανάσταση» τοῦ 1843 προκηρύχθηκαν ἐκλογὲς ( ψήφισαν ὅλοι οἱ ἄνδρες ἄνω τῶν 25 ἐτῶν) στὶς ὁποῖες ἐκλέχθηκαν 243 πληρεξούσιοι ἀπὸ 92 ἐκλογικὲς περιφέρειες. Οἱ ἐργασίες τῆς Συντακτικῆς Ἐθνοσυνέλευσης διήρκεσαν ἀπὸ τὶς ἀρχὲς Νοεμβρίου 1843 ὡς τὶς 18 Μαρτίου 1844. Τὸ Σύνταγμα ποὺ ὑπέγραψε ἡ Συνέλευση θὰ ὑπογραφεῖ ἀπὸ τὸν Ὄθωνα καί ἡ χώρα θὰ εἰσέλθει στὴν περίοδο τῆς συνταγματικῆς μοναρχίας.

Σὲ δεκαπέντε ἀπὸ τὶς ἑκατὸ περίπου συνεδριάσεις τῆς ἐθνοσυνέλευσης, ἀποκλειστικὸ θέμα συζήτησης ἀποτέλεσε τὸ ζήτημα «ἑτεροχθόνων-αὐτοχθόνων». Ἑτερόχθονες ἦταν ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶχαν γεννηθεῖ στὰ ἀπεέυθερωμενα ἐδάφη τῆς Ἑλλάδας, ἀλλὰ Ἕλληνες ἀπὸ ἄλλες περιοχὲς ποὺ ἐγκαταστάθησαν ἐδῶ καὶ εἶχαν καταλάβει θέσεις στὸν κρατικὸ μηχανισμὸ ( ἀφοῦ κατὰ κανόνα, ἦταν περισσότερο μορφωμένοι). Μόνιμος «ἐφιάλτης» τῶν αὐτοχθόνων ἦταν τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ἑτερόχθονες (καὶ κατ’ ἐπέκταση οἱ «Βαβαρέζοι») «ἔτρωγαν» ἐνῷ οἱ ἴδιοι ἦταν «στὴν πεῖνα».

Δύο ἐπιφανεῖς κοινοβουλευτικοὶ ἄνδρες τῆς χώρας ( τῶν αὐτοχθόνων) θὰ διατυπώσουν ἀπὸ τοῦ βήματος τῆς Βουλῆς, τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1844 μὲ τὸν σαφέστερο δυνατὸ τρόπο τὴν διαμορφωνόμενη τότε καὶ κυρίαρχη ἔκτοτε νεοελληνικὴ ἰδεολογία.

Ὁ Ρήγας Παλαμήδης: «Ἡμεῖς δὲν στεροῦμε τοὺς ἑτερόχθονας παρὰ τὴν ἐνέργεια τῆς ἐξουσίας… Ἂς ἐπιχειρήσωσι ἰδιωτικὰ ἔργα, ἂς καλλιεργήσωσι γαίας, ἂς μετέλθωσι ἐμπόριον καὶ βιομηχανίας, εἰς τὰ Ὑπουργήματα ὅμως δὲν τοὺς δεχόμεθα. Ἂς τραβηχθοῦν δὶ’ ὀλίγα χρόνια νὰ κανονίσωμεν ἠμεῖς μόνοι τὴν ὑπηρεσίαν μας. Πρόκειται νὰ ρίψωμεν βάλσαμον εἰς τὰς πληγάς μας καὶ ὄχι τρεμεντίνα».

Καὶ ὁ Στρατηγὸς Μακρυγιάννης:
« Ἂν εἶναι νὰ μείνωμε ἡμεῖς νηστικοί, ἂς πάη στὸ διάβολο ἡ ἐλευθερία. Ἔφαγαν αὐτοί, ἄς φᾶμε καὶ ἐμεῖς τώρα».
Σαφέστεροι δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ εἶναι. Καὶ γιὰ νὰ μὴν ὑπάρξουν ἑρμηνεῖες καὶ παρερμηνεῖες ἀρκεῖ ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα. Μὲ ψήφισμα ποὺ ἐνέκριναν οἱ «πατέρες τοῦ ἔθνους» ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὸν κρατικὸ μηχανισμὸ ὅσοι ἑτερόχθονες ἢ ἀλλοδαποὶ δὲν πληροῦσαν ὁρισμένες προϋποθέσεις.

Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ ἐθνικός μας ἱστορικὸς Κωνσταντῖνος Παπαρρηγόπουλος, ποὺ γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1815. Ὅταν ξέσπασε ἡ ἐπανάσταση τοῦ 1821, οἱ Τοῦρκοι θανάτωσαν τὸν πατέρα τοῦ ( τραπεζίτη καὶ πρόκριτο στὴν Πόλη) καὶ δήμευσαν τὴν περιουσία του. Τότε ἡ μητέρα του μὲ τὰ ὀκτὼ παιδιὰ τῆς κατέφυγε στὴν Ὀδησσό. Ο Κ.Παπαρρηγόπουλος, ἐγκαταστάθηκε μόνιμα στὴν Ἑλλάδα τὸ 1830 καὶ τὸ 1833 διορίσθηκε στὸ Ὑπουργεῖο Δικαιοσύνης, φτάνοντας στὸ βαθμὸ τοῦ Διευθυντῆ. Τὸ 1845, βάσει τοῦ ψηφίσματος τῆς Συντακτικῆς Ἐθνοσυνέλευσης , ἀπολύθηκε ἀπὸ τὴ θέση του στὸ Ὑπουργεῖο Δικαιοσύνης… Καὶ δὲν ἦταν ὁ μόνος.

Πηγή: Οἱ ρήσεις τῶν δύο κοινοβουλευτικῶν ἀνδρῶν ( Παλαμήδη καὶ Μακρυγιάννη) καταγράφονται σὲ δύο πηγὲς ποὺ γνωρίζουμε. Στὸ βιβλίο τοῦ Γεράσιμου Κακλαμάνη, Ἡ Ἑλλὰς ὡς κράτος Δικαίου ( σελ. 92, ἐκδ. Εἰκοστοῦ Πρώτου, Ἀθήνα 1990), καὶ στὸ βιβλίο τοῦ Γιάννη Κορδάτου, Ἱστορία τῆς Νεώτερης Ἑλλάδας (τόμος τρίτος, σελ. 307-308, ἐκδ. 20ος Αἰώνας, Ἀθήνα, 1957). Ὁ μὲν Κακλαμάνης ἀναφέρει ὡς πηγὴ του τὸ βιβλίο τοῦ Κων. Μ. Γράψα, Διευθυντοῦ τῆς Ἑλληνικῆς Βουλῆς, Ἑλληνικὴ Πολιτικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια ( τεύχ. Α: « Ἡ πρώτη ἐθνικὴ Συνέλευσις, 1843-1844», Ἀθῆναι 1847, σελ. 21), ὁ δὲ Κορδάτος δὲν ἀναφέρει πηγή. Ἐπειδή, οἱ πατέρες τοῦ ἔθνους εἶχαν ἀποφασίσει νὰ μὴν καταγράφονται στὰ πρακτικὰ τῶν συνεδριάσεων τῆς Βουλῆς τὰ ὀνόματα τῶν ὁμιλητῶν καὶ ἐπειδὴ στὰ ἐπίσημα πρακτικὰ καταγράφονται περιλήψεις τῶν ὁμιλιῶν, εἶναι σαφὲς ὅτι τὰ ὅσα εἶπαν οἱ δύο ἄνδρες εἶχαν δημοσιευτεῖ σὲ ἐφημερίδες τῆς ἐποχῆς.


Σημειώσεις

[1]«Προσθήκη» τοῦ Σολωμοῦ στὴ Γυναίκα τῆς Ζάκυθος πού, ἐν τέλει, δὲν ἐνσωματώθηκε στὸ τελικὸ κείμενο. Ἀναφ. Παντελὴς Μπουκάλας, « Ἡ λοξοδρομία καὶ τὸ πεῖσμα», Καθημερινή, 28/1/2003. [2] Συνέντευξη, Καθημερινή, 12-13/4/1981. [3] Τὰ στοιχεῖα γιὰ τὸ δάνειο, ὅπου δὲν ἀναφέρεται διαφορετικά, εἶναι ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἀνδρ. Μιχ. Ἀνδρεάδου, «Ἱστορίαι τῶν Ἐθνικῶν Δανείων», ἐν Ἀθήναις, Τυπογραφεῖον Ἑστία, 1904. [4] Κυριάκος Σιμόπουλος, Ἡ Διαφθορὰ τῆς Ἐξουσίας, σελ. 111, Ἀθήνα, 1992. [5] Ἀμβρ. Φραντζῆς, Ἐπιτομὴ τῆς Ἱστορίας τῆς Ἀναγεννηθείσης Ἑλλάδος, τ. Β, σελ. 295, 1839. [6] Κωστῆς Παπαγιώργης, Κανέλλος Δεληγιάννης, σελ. 258, ἐκδ. Καστανιώτη, 2001. [7] Κωστῆς Παπαγιώργης, ὅ.π. σελ. 255. [8] http://ngnm.vrahokipos.net/part01.html?start=3 [9] Κ. Παπαρρηγόπουλος, Γεώργιος Καραϊσκάκης, σελ. 39, 1867. [10] Ἀναφέρεται στὸ Ἀνδρεάδης, ὅ.π., σελ. 27, ἀπ’ ὅπου καὶ οἱ πληροφορίες γιὰ τὸ δεύτερο δάνειο. Ἡ Ἱστορία τῆς Ἐπαναστάσεως καὶ Ἀναγεννήσεως τῆς Ἑλλάδος τοῦ Γ.Γ. Γερβίνου ( Gerninus Georg Gottfried, 1805-1871), ἐκδόθηκε μεταφρασμένη στὰ ἑλληνικὰ τὸ 1864-5. [11] Νίκος Θεοτοκᾶς, Μακρυγιάννης. ἐκδ. Τὰ Νέα, 2010. [12] J. Petropulos, Πολιτικὴ καὶ Συγκρότηση Κράτους στὸ Ἑλληνικὸ Βασίλειο (1833-1843), τ. Β΄, σελ. 571, ἐκδ. ΜΙΕΤ. [13] J. Petropulos, ὅ.π., σελ. 571. [14] J. Petropulos, ὅ.π., σελ. 572. [15] J. Petropulos, ὅ.π., σελ. 573. [16] Γεωργίου Π. Κρέμου, Νεωτάτη Γενικὴ Ἱστορία, Ἐν Ἀθήναις, 1890, σελ. 1110.


Σχετικά μέ τά πρῶτα δάνεια ρίξτε μιά ματιά σέ προηγούμενες ἀναρτήσεις ἐδῶ καί ἐδῶ …..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου